- ονυχοφαγία
- Συνήθεια να δαγκώνει κανείς τα νύχια του, συχνή μεταξύ των παιδιών, η οποία μπορεί να έχει παθολογική σημασία νευρωσικού τύπου, όταν παρουσιάζεται μαζί με άλλα συμπτώματα της πάθησης. Μερικές φορές παρατείνεται και κατά την ενηλικίωση και μπορεί να προκαλέσει παραμορφώσεις της επιφάνειας των νυχιών, η οποία ελαττώνεται σημαντικά. Συχνά συνοδεύεται, με παρόμοια σημασία, από τη συνήθεια απόσπασης της επιδερμίδας που βρίσκεται γύρω από τα νύχια.
* * *ηιατρ. νοσηρή συνήθεια η οποία παρατηρείται σε ορισμένα άτομα και κυρίως σε παιδιά και εκδηλώνεται με το δάγκωμα τού ελεύθερου χείλους τών νυχιών.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. onychophagia (< όνυχας [Ι] + -φαγία < -φάγος*). Η λ. μαρτυρείται από το 1894 στην εφημερίδα Ακρόπολις].
Dictionary of Greek. 2013.